Χρόνιος πόνος και Βελονισμός

ΧΡΟΝΙΟΣ ΠΟΝΟΣ ΚΑΙ ΒΕΛΟΝΙΣΜΟΣ

Χρόνιος χαρακτηρίζεται ο πόνος που έχει διάρκεια μεγαλύτερη των τριών μηνών. Θεωρείται ότι μετά το πέρας του διαστήματος αυτού, ο πόνος παύει να είναι προστατευτικός, αλλά, λόγω της επιμονής της αρχικής βλάβης/φλεγμονής, έχει διαμορφωθεί ένα χημικό περιβάλλον που, πλέον, τον τροφοδοτεί.

Ένας φαύλος κύκλος πόνου που αυτοσυντηρείται. Πόνος – φλεγμονή – μυϊκός σπασμός – περισσότερος πόνος. Το φαινόμενο αυτό δεν λαμβάνει χώρα αποκλειστικά και μόνο στη στην περιφέρεια, στην περιοχή δηλαδή απ’όπου, αρχικά προέρχεται ο πόνος , αλλά κεντρικοποιείται και τελικά απασχολεί νευρικά κυκλώματα στον στο νωτιαίο μυελό και τον εγκέφαλο. Η θεωρία της πλαστικότητας, δηλαδή της δυνατότητας του νευρικού συστήματος να αλλάζει, ανάλογα με τα ερεθίσματα που λαμβάνει από το περιβάλλον, εξηγεί ένα μέρος της φυσιολογίας του χρόνιου πόνου.

Δυστυχώς, δεν υπάρχουν ικανοποιητικές και επαρκείς θεραπείες, ώστε να σταματήσουμε έγκαιρα αυτόν τον αυτό-τροφοδοτούμενο μηχανισμό πόνου. Η καλύτερη θεραπεία είναι η πρόληψη. Η υποστήριξη στην οξεία φάση, ώστε ο πόνος να μην γίνει ποτέ χρόνιος και το προηγούμενο σενάριο να μην «παιχτεί» ποτέ.

Παρακολούθηση ασθενών μετά απο λοίμωξη απο κορονοιο.

ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗ ΑΣΘΕΝΩΝ ΜΕΤΑ ΑΠΟ ΛΟΙΜΩΞΗ ΑΠΟ ΚΟΡΟΝΟΙΟ

Ποιά συμπτώματα επιμένουν μετά τη νόσηση από Covid

POST COVID ΣΥΜΠΤΩΜΑΤΟΛΟΓΙΑ

Τα παρατεινόμενα συμπτώματα, έχουν μεγάλη ποικιλομορφία, μπορεί να εμφανίζονται ακόμα και μετά από ήπια νόσηση, (και όχι μόνο μετά από νοσηλεία σε ΜΕΘ) και φαίνεται ότι αφορούν όλα τα συστήματα του οργανισμού. Για το λόγο αυτό η κλινική προσέγγιση των ασθενών που νόσησαν από COVID-19 απαιτεί μια ολιστική αντιμετώπιση.

Και ο ιδανικότερος τρόπος για αυτή την ολιστική αντιμετώπιση-19, δεν είναι μόνο την ανακούφιση από την παρατεταμένη νόσο, αλλά την αποκατάσταση της ψυχοσωματικής υγείας και της ευζωίας.

Ο ασθενείς με εμμένοντα συμπτώματα χρειάζονται τακτική παρακολούθηση. Ο εργαστηριακός έλεγχος και η θεραπευτική προσέγγιση θα πρέπει να είναι εξατομικευμένα, ανάλογα με τη συμπτωματολογία και τα κλινικά ευρήματα στον κάθε ασθενή.

Ποιες ειδικότητες απαιτούνται για την αποκατάσταση?

Χρειάζονται οι ασθενείς να παραπέμπονται σε ειδικό πνευμονολόγο μετά από 12 εβδομάδες συνήθως ή και νωρίτερα, ανάλογα την ένταση των συμπτωμάτων. Χρειάζεται λειτουργικός έλεγχος των πνευμόνων, ακτινογραφία ή αξονική θώρακα

Στο ιατρείο πραγματοποιείται η κλινική εξέταση, ο λειτουργικός έλεγχςο των πνευμόνων – σπιρομέτρηση, ο έλεγχος του κορεσμού του οξυγόνου και όπου χρειαστεί, δοκιμασία κόπωσης – 6ΜΙΝ- ΤΕΣΤ

Δεδομένης της πολυσυστηματικής φύσης του νοσήματος, διαφορετικές ιατρικές ειδικότητες αλλά και λοιποί επαγγελματίες υγείας , θα πρέπει να αλληλεπιδράσουν για αυτή την ολιστική αντιμετώπιση.

Περίπου 10% των ασθενών με θετικό τεστ έναντι του ιού SARS-CoV -2 συνεχίζουν να νιώθουν ότι δεν έχουν αναρρώσει πλήρως ακόμα και 3 εβδομάδες ή και για μήνες μετά από την οξεία νόσο .

Το 35% των ασθενών αναφέρει επιμονή των συμπτωμάτων πέραν των τριών εβδομάδων.

Σε νοσηλευόμενους ασθενείς το ποσοστό επίμονων συμπτωμάτων μετά την έξοδο από το νοσοκομείο φαίνεται να είναι μεγαλύτερο και κυμαίνεται μεταξύ 50%-80%».

Το μετατραυματικό στρες επιβραδύνει την ανάρρωση.

Πιθανά αίτια της καθυστέρησης στην ανάρρωση έχουν αναφερθεί η παρατεταμένη ιαιμία (παρουσία του ιού στο αίμα) λόγω αδυναμίας του οργανισμού να παράξει αντισώματα, η υποτροπή της νόσου ή επαναλοίμωξη, η φλεγμονώδης απάντηση ή ανοσολογική αντίδραση του οργανισμού, καθώς και ψυχολογικοί παράγοντες όπως το μετατραυματικό στρες.

Τα συχνότερα εμμένοντα συμπτώματα μετά από λοίμωξη COVID-19 μπορεί να προέρχονται από διαφορετικά συστήματα του οργανισμού.

Η χρόνια κόπωση αποτελεί το συχνότερο αναφερόμενο σύμπτωμα σε ποσοστό περίπου 50%, επηρεάζοντας σημαντικά την ποιότητα ζωής και την ψυχική υγεία των ατόμων που προσβλήθηκαν από τον ιό SARS-CoV-2. Συχνά αναφέρεται διαταραχή μετατραυματικού στρες και κατάθλιψη, αγχώδεις διαταραχές καθώς και διαταραχές ύπνου σε ποσοστό περίπου 30%.

Από το αναπνευστικό σύστημα η δύσπνοια και ο βήχας αναφέρονται σε ποσοστό περίπου 40%, ενώ διαταραχές στις απεικονιστικές εξετάσεις (στοιχεία ίνωσης στον πνεύμονα) μπορεί να ανευρίσκονται ακόμα και τρεις μήνες μετά την οξεία φάση της νόσου. Περίπου 20% των ασθενών αναφέρει συμπτώματα από το καρδιαγγειακό σύστημα όπως θωρακικό άλγος, αίσθημα παλμών, ταχυκαρδία, ορθοστατική υπόταση, ενώ σε ένα μικρό ποσοστό μπορεί όψιμα να εμφανιστούν πιο σοβαρές επιπλοκές όπως μυοκαρδίτιδα και θρομβώσεις. Συχνές είναι οι διαταραχές μνήμης και συγκέντρωσης περίπου στο 30% των ασθενών, ενώ αναφέρονται κεφαλαλγίες και ιλίγγος. Η ανοσμία και η αγευσία, συχνά συμπτώματα στην οξεία φάση της νόσου, μπορεί να επιμένουν σε ένα 10% για παρατεταμένο διάστημα πέραν των τριών εβδομάδων.

Επίμονες μυαλγίες και αρθραλγίες απαντώνται σε ένα 30% των περιπτώσεων. Αλωπεκία, διαταραχές των ονύχων, εμφάνιση εξανθημάτων, οστεοπόρωση, εμφάνιση ή δυσκολία ρύθμισης σακχαρώδους διαβήτη και έλλειψη βιταμίνης D που μπορεί μακροπρόσθεμα να οδηγήσει σε οστεοπόρωση, αναφέρονται επίσης στις πιο σπάνιες μακροπρόθεσμες επιπλοκές. Από τον εργαστηριακό έλεγχο πέραν των ευρημάτων στον απεικονιστικό έλεγχο του αναπνευστικού συστήματος, μπορεί να παρατηρηθεί εμμένουσα αύξηση των δεικτών φλεγμονής, αυξημένη πιθανότητα θρομβώσεων καθώς και πιθανή πυροδότηση ή έξαρση αυτοάνοσων νοσημάτων.

Κατοίκον διαχείριση ασθενών με ύποπτο ή επιβεβαιωμένο κρούσμα

ΚΑΤΟΙΚΟΝ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΑΣΘΕΝΩΝ ΜΕ ΥΠΟΠΤΟ Η΄ΕΠΙΒΕΒΑΙΩΜΕΝΟ ΚΡΟΥΣΜΑ

ΜΕ ΛΟΙΜΩΞΗ ΑΠΟ ΚΟΡΟΝΟΙΟ – COVID-19

Οδηγίες διαχείρισης κατ΄ οίκον ασθενούς ύποπτου ή επιβεβαιωμένου με COVID-19

Η σωστή διαχείριση κατ’ οίκον , στηρίζεται στην έγκαιρη αναγνώριση της επιδείνωσης και στην χρονικά κατάλληλη παραπομπή στο νοσοκομείο.Οι ασθενείς που παρουσιάζουν συμπτώματα συμβατά με COVID-19 :εμπύρετο, βήχας, κεφαλαλγία, φαρυγγοδυνία, δύσπνοια, ανοσμία, αγευσία, κόπωση, μυαλγίες, διάρροιες, ρινόρροια/συμφόρηση, θωρακαλγία, θα πρέπει άμεσα να υποβάλονται σε μοριακό τεστ ανίχνευσης (PCR) του RNA του ιού μέσω λήψης ρινοφαρυγγικού επιχρίσματος. Η επιβεβαίωση με PCR είναι η μόνη διαγνωστική μέθοδος που τεκμηριώνει τη λοίμωξη από SARS-CoV. Εν αναμονή του αποτελέσματος, οι ασθενείς θα πρέπει να απομονώνονται και να μην έρχονται σε επαφή με τα άλλα μέλη της οικογένειάς τους,

Εάν το αποτέλεσμα του μοριακού ελέγχου είναι αρνητικό, συστήνεται η επανάληψη ελέγχου με PCR (μέσα σε 1-2 μέρες) ειδικά όταν υπάρχει ισχυρή κλινική – επιδημιολογική υποψία ή/και κίνδυνος για σοβαρή νόσο σε άτομα του άμεσου περιβάλλοντος του ασθενή. Ο έλεγχος για άλλες μικροβιακές λοιμώξεις δε θα πρέπει να παραλείπεται όπως βακτηριδιακή πνευμονία, λοιμώξεις ουροποιητικού κ.ά.) ή άλλες νόσους που μπορεί να εξηγούν τα συμπτώματα.

Σημαντικοί παράγοντες κινδύνου για σοβαρή COVID-19 πνευμονία αποτελούν η μεγαλύτερη ηλικία και ιδίως και τα παρακάτω συνοδά νοσήματα:

χρόνιες παθήσεις του αναπνευστικού συστήματος όπως η ΧΑΠ, το σοβαρό άσθμα, οι διάμεσες πνευμονοπάθειες, κλπ, σοβαρές καρδιακές παθήσεις συμπεριλαμβανόμενης της υπέρτασης, ανοσοκαταστολή (καρκίνοι υπό ενεργό θεραπεία, μεταμόσχευση συμπαγών οργάνων ή αρχέγονων αιμοποιητικών κυττάρων, ανοσοανεπάρκειες, μη καλώς ελεγχόμενη HIV λοίμωξη, κορτικοστεροειδή ή άλλα ανοσοκατασταλτικά φάρμακα), σακχαρώδης διαβήτης, νεφρική ανεπάρκεια, ηπατική ανεπάρκεια, νοσογόνος παχυσαρκία (ΒΜΙ >35). Οι ασθενείς αυτοί είναι αυξημένου κινδύνου για επιδείνωση και πρέπει να παρακολουθούνται στενά μέχρι να αναρρώσουν.

Συστήνεται η αυτο-παρακολούθηση σε ότι αφορά την συμπτωματολογία των ασθενών, η τακτική θερμομέτρηση, η συνέχιση της λοιπής φαρμακευτικής αγωγής τους και παράλληλα κρίνεται αναγκαία η καθημερινή επικοινωνία με τον Πνευμονολόγο.

Θεωρείται απαραίτητη η προμήθεια κατ`οίκον συσκευής παλμικής οξυμετρίας, ως αντικειμενικός δείκτης κινδύνου σοβαρής COVID-19 πνευμονίας. H οξυμετρία θα πρέπει να διενεργείται και στα δύο άνω άκρα, με το οξύμετρο να εφαρμόζεται για 60 δευτερόλεπτα και επί απυρεξίας.

Ασθενείς ασυμπτωματικοί ή με ήπια συμπτώματα δεν θα πρέπει να υποβάλλονται σε περαιτέρω εργαστηριακό και ακτινολογικό έλεγχο. Συστήνεται απομόνωση κατ` οίκον για 10 ημέρες και καθημερινή επικοινωνία (τηλεφωνική ή μέσω εφαρμογών τηλεϊατρικής) με τον ιατρό τους προκειμένου να γίνει έγκαιρα αντιληπτή τυχόν επιδείνωση των συμπτωμάτων.

Οι αιτίες παραπομπής για εργαστηριακό έλεγχο και πιθανή νοσηλεία περιλαμβάνουν κυρίως: εμπύρετο >38 βαθμοί Κελσίου από 7-ημέρου, δύσπνοια, θωρακαλγία, ταχύπνοια >25 αναπνοές /λεπτό, SaO2<94%, ενδείξεις αφυδάτωσης, επηρεασμένο επίπεδο συνείδησης, αίσθημα παλμών. ν Παράγοντες κινδύνου εξέλιξης της νόσου, όπως η μεγάλη ηλικία και η παρουσία υποκείμενων νοσημάτων, δεν αποτελούν από μόνα τους λόγους για παραπομπή στο ΤΕΠ ασθενή ασυμπτωματικού ή με ήπια συμπτώματα που δεν εξελίσσονται.

Οι ασθενείς θα πρέπει να ενημερώνονται αναφορικά με το ενδεχόμενο ταχείας επιδείνωσης της κατάστασής της υγείας τους, ιδίως πέραν των 7 ημερών νόσησης καθώς και για το ενδεχόμενο εμφάνισης σχετιζόμενων επιπλοκών (οξεία καρδιακή ανεπάρκεια, οξεία θρομβοεμβολική νόσος), που χρήζουν εκτίμησης από τον ιατρό τους ή από το Νοσοκομείο αναφοράς.

Σύνδρομο απνοιών. Το σύνδρομο του ροχαλητού

ΣΥΝΔΡΟΜΟ ΑΠΝΟΙΩΝ – ΤΟ ΣΥΝΔΡΟΜΟ ΤΟΥ ΡΟΓΧΑΛΗΤΟΥ

Ένα υψηλό ποσοστό ενηλίκων ανδρών και γυναικών εμφανίζει το σύνδρομο του ρογχαλητού – σύνδρομο απνοιών στον ύπνο. Εμφαίζεται με μεγαλύτερη συχνότητα μεταξύ των ανδρών.

Ένα 15-20 % του ενηλίκων στη χώρα μας εμφανίζουν το σύνδρομο άπνοιας ύπνου, μια υποεκτιμημένη κλινική κατάσταση με σοβαρές επιπτώσεις. Κι αυτό γιατί οι πάσχοντες παρουσιάζουν αυξημένη πιθανότητα να εμπλακούν σε ατυχήματα λόγω της υπνηλίας που τη συνοδεύει, παρουσιάζουν γνωσιακές διαταραχές (έλλειψη προσοχής και συγκέντρωσης, προβλήματα μνήμης κτλ), και αναπτύσσουν καρδιαγγειακά νοσήματα.

Η θεραπεία του συνδρόμου βελτιώνει σημαντικά την ποιότητα ζωής των πασχόντων και μπορεί ακόμα και να βοηθήσει στην αντιμετώπιση άλλων παθήσεων όπως η υπέρταση.

Το σύνδρομο απνοιών στον ύπνο, θα έχει αυξητική τάση στους άνδρες ηλικίας 40 έως 60 ετών έως το 2050, καθώς σχετίζεται με την αύξηση της παχυσαρκίας, αλλά και άλλους παράγοντες.

Το προφίλ του πάσχοντος είναι άνδρας, μέσης ηλικίας, παχύσαρκος.

Άλλοι προδιαθεσικοί παράγοντες είναι η ανατομία της γνάθου, το κάπνισμα, η κατανάλωση αλκοόλ και ηρεμιστικών χαπιών, αλλά και γενετικοί παράγοντες.

«Το ροχαλητό και η υπνηλία είναι αυτά που θα βάλουν την έντονη κλινική υπόνοια ότι το άτομο έχει το συγκεκριμένο σύνδρομο». Το σύνδρομο άπνοιας στον ύπνο χαρακτηρίζεται από επαναλαμβανόμενες διακοπές της αναπνοής, μειωμένη οξυγόνωση κατά τη διάρκεια του ύπνου και συνεχείς αφυπνίσεις, που συνήθως δεν γίνονται αντιληπτές από τους ασθενείς.

Τα βασικά συμπτώματα στον ύπνο είναι το ροχαλητό, το αίσθημα πνιγμονής, η νυκτουρία, οι εφιάλτες, οι αφυπνίσεις και τα τινάγματα και η υπερβολική εφίδρωση. Αντίστοιχα, όταν ο πάσχων δεν κοιμάται, συνήθως παρουσιάζει ημερήσια συμπτώματα με υπνηλία, χρόνια κόπωση, γνωσιακές διαταραχές, κατάθλιψη, σεξουαλικές διαταραχές, μεταβολές χαρακτήρα με έντονο εκνευρισμό και πονοκέφαλο.

Η διάγνωση του συνδρόμου γίνεται από πνευμονολόγο με φυσική εξέταση, έλεγχος αναπνευστικής λειτουργίας- σπιρομέτρηση και πολυκαταγραφική μελέτης ύπνου, η οποία αφορά την ταυτόχρονη καταγραφή και ανάλυση διαφόρων παραμέτρων κατά τη διάρκεια του ύπνου του πάσχοντος. Η μελέτη ύπνου μπορεί να πραγματοποιηθεί και στο σπίτι.

Μετά την εξέταση γίνεται αξιολόγηση της βαρύτητας του συνδρόμου, ανάλογα με τον αριθμό των επεισοδίων διακοπής της αναπνοής, που στις σοβαρές περιπτώσεις είναι περισσότερα από 30 την ώρα.

Η θεραπεία αφορά από απώλεια βάρους, διακοπή καπνίσματος και κατανάλωσης αλκοόλ και αλλαγή της θέσης σώματος στον ύπνο, έως χρήση συσκευής μηχανικού αερισμού, που είναι και η πιο συχνά προτεινόμενη μέθοδος.

Αλλεργίες και πως προκαλούνται

Αλλεργίες και πως προκαλούνται

Αλλεργία είναι μία μη φυσιολογική αντίδραση του οργανισμού σε ουσίες, που κανονικά δεν είναι επικίνδυνες για αυτόν. Οι ουσίες αυτές λέγονται αλλεργιογόνες και μπορούν να προκαλέσουν διάφορα συμπτώματα στον ασθενή, τα οποία μπορεί να οδηγήσουν ακόμη και σε επικίνδυνες επιπλοκές. Οι αλλεργιογόνες ουσίες μπορούν να εισέλθουν στον οργανισμό μέσω της επαφής με το δέρμα, μέσω του στόματος ή μέσω της όσφρησης. Τα τελευταία χρόνια έχει παρατηρηθεί ραγδαία αύξηση των αλλεργιών.
Είδη αλλεργιών
Οι αλλεργίες χωρίζονται σε 6 είδη.
• Tροφική αλλεργία: είναι αποτέλεσμα κατανάλωσης μιας συγκεκριμένης τροφής από παιδιά ή ενήλικες και έχει συμπτώματα από ένα ή περισσότερα συστήματα.
• Αναπνευστική αλλεργία: εκδηλώνεται ως αλλεργική ρινίτιδα, αλλεργική επιπεφυκίτιδα και αλλεργικό βρογχικό άσθμα.
• Δερματικές αλλεργίες: αφορούν την εκδήλωση συμπτωμάτων αλλεργίας στο δέρμα.
• Αλλεργία σε υμενόπτερα: δηλαδή μέλισσα και σφήκα.
• Αλλεργία σε φάρμακα: τα συχνότερα ενοχοποιούμενα είναι τα αντιβιοτικά και τα αναλγητικά.
• Αλλεργικό σοκ: μια γρήγορα εξελισσόμενη και δυνητικά απειλητική για τη ζωή πολυσυστηματική αλλεργία, που συχνότερα οφείλεται σε τροφή, φάρμακο ή τσίμπημα μέλισσας ή σφήκας.

Η αλλεργία τείνει να εκδηλώνεται μέσα σε λίγη ώρα από τη στιγμή που ο ασθενής θα έρθει σε επαφή με το αλλεργιογόνο που την προκάλεσε. Μερικά από τα συμπτώματα που συχνότερα αναφέρουν οι ασθενείς ότι εκδηλώνουν είναι:

• Φαγούρα
• Εξανθήματα
• Οίδημα
• Κνίδωση
• Έκζεμα
• Σπυράκια
• Ερυθρότητα στο σημείο επαφής ή εκτεταμένη σε όλο το σώμα
• Άσθμα
• Ρινίτιδα
• Δερματίτιδα
• Βήχας
• Δυσκολία στην αναπνοή
• Κόκκινα μάτια
• Ναυτία / Εμετός
• Διάρροια
• Επιπεφυκίτιδα
• Ζάλη / Απώλεια συνείδησης
• Σε σοβαρότερες καταστάσεις μπορεί να προκληθεί ακόμη και αλλεργικό σοκ και αναφυλαξία, γι’ αυτό είναι πολύ σημαντικό να απευθυνθείς άμεσα στο γιατρό ή στο κοντινότερο νοσοκομείο αν εμφανίσεις συμπτώματα αλλεργίας ή σε περίπτωση που ήδη γνωρίζεις ότι έχεις κάπου αλλεργία και λαμβάνεις αγωγή, να έχεις πάντα μαζί σου τα φάρμακά σου.

Ποιες είναι οι αλλεργιογόνες ουσίες;
Μια αλλεργία μπορεί να οφείλεται σε διάφορους παράγοντες είτε τροφικούς είτε περιβαλλοντικούς. Τα κύρια είδη αλλεργιογόνων είναι αυτά που εισπνέουμε (εισπνεόμενα ή αερο-αλλεργιογόνα), αυτά που τρώμε (τροφικά αλλεργιογόνα), αυτά που προκαλούν αλλεργία αποκλειστικά με την επαφή με το δέρμα και τα υπόλοιπα, που δεν κατατάσσονται σε κάποια ειδική κατηγορία.
Υπάρχουν ουσίες ή οργανισμοί που βρίσκονται στο περιβάλλον και μπορεί να προκαλέσουν αλλεργίες όπως η γύρη, η ελιά, τα ακάρεα και οι μύκητες, τα έντομα, οι γάτες κ.ά.
Διάγνωση της αλλεργίας
Η διάγνωση του αλλεργιογόνου δεν είναι πάντοτε εύκολη υπόθεση. Είναι σημαντικό όμως να απευθυνθείς άμεσα σε έναν ειδικό ιατρό, ώστε να εντοπίσει τι ευθύνεται για τα συμπτώματα αλλεργίας που αντιμετωπίζεις. Αφού λάβει το πλήρες ιατρικό ιστορικό σου θα προχωρήσει σε εφαρμογή ειδικών αλλεργικών τεστ (δερματικές δοκιμασίες), ώστε να διαγνώσει το υπεύθυνο αλλεργιογόνο.

18 Νοεμβρίου Παγκόσμια Ημέρα Χρόνιας Αποφρακτικής Πνευμονοπάθειας

Covid 19 Γενικές Οδηγίες

Έλλειψη Οξυγόνου στο Αίμα